ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ;
Κατόπιν της έκδοσης εκτελεστού τίτλου, όπως επί παραδείγματι, μεταξύ άλλων, τελεσίδικης δικαστικής απόφασης ή διαταγής πληρωμής, δύναται ο δανειστής (πχ σε περίπτωση αγωγής ο ενάγων) να υλοποιήσει την εφαρμογή του δικαιώματός του, η ύπαρξη του οποίου διαγνώστηκε π.χ. μέσω δικαστικού αγώνα ή αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής. Αναγκαστική εκτέλεση είναι η με τη συνδρομή των αρμοδίων κρατικών οργάνων αναγκαστική πραγμάτωση της ουσιαστικής αξίωσης (δικαιώματος), η οποία είναι ενσωματωμένη σε εκτελεστό τίτλο (πχ τελεσίδικη δικαστική απόφαση, διαταγή πληρωμής κ.α.). Αρμόδια κρατικά όργανα για την υλοποίηση της αναγκαστικής εκτέλεσης τυγχάνουν οι δικαστικοί επιμελητές και οι συμβολαιογράφοι. Η αναγκαστική εκτέλεση δύναται να πραγματωθεί μεταξύ άλλων δια της κατάσχεσης κινητών ή/ και ακινήτων του οφειλέτη. Βάσει συγκεκριμένων προθεσμιών δικαιούται ο οφειλέτης να αμυνθεί κατά της διενέργειας πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του ασκώντας ανακοπή.
ΠΟΤΕ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΩΣ ΑΚΥΡΗ Η ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ;
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 ΑΚ, 116 και 933 ΚΠολΔ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι σε πλαίσια αναγκαστικής εκτέλεσης ως λόγος ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ δύναται να τεθεί και η προφανής αντίθεση της επισπευδόμενης διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης στην καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη. Η αναγκαστική εκτέλεση είναι καταχρηστική, όταν υφίσταται προφανής δυσαναλογία μεταξύ του χρησιμοποιούμενου μέσου και του επιδιωκόμενου σκοπού, όταν π.χ. ο δανειστής ασκεί το δικαίωμά του να εισπράξει την απαίτησή του από τον οφειλέτη με κακοβουλία, κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη ή την καλή πίστη ή όταν η άσκηση της αντίστοιχης αξίωσης χωρεί κατά προφανή υπέρβαση των ορίων, που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, ώστε οι επαχθείς συνέπειες που δημιουργούνται από την άσκηση του να δημιουργούν για τον υπόχρεο έντονη εντύπωση αδικίας. Περαιτέρω, οι πράξεις κατάσχεσης και πλειστηριασμού περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη κρίνονται καταχρηστικές και επομένως άκυρες, όταν εμφανίζονται ως μέτρα εξαιρετικής σκληρότητας για τον συγκεκριμένο οφειλέτη, τα οποία υπερβαίνουν τα ανεκτά όρια της θυσίας του ενώ ταυτόχρονα η απαίτηση, που εκτελείται είναι μικρής αξίας και συνεπώς, έκδηλη η μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ του μέσου εκτελέσεως και του σκοπού για τον οποίο αυτό επιβάλλεται. Μάλιστα, η ακυρότητα των εν λόγω πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης επέρχεται έστω και αν δεν υπάρχουν άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, τα οποία θα μπορούσαν να κατασχεθούν. Το ζήτημα δε, αν οι συνέπειες, που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος του δανειστή, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο οφειλέτη, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες, που μπορεί να επέλθουν σε βάρος του δικαιούχου δανειστή από την παρακώλυση της ικανοποίησης του δικαιώματος του (Εφ.Πειρ.172/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Μ.Πρ.Ηλ.132/2022 ό.π.).
Η ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 1036/2022 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπ’ αριθμ. 1036/2022 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών (ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ) η εμπορική αξία του κατασχεμένου ακινήτου, ανερχόμενη σε ποσό ύψους 90.000,00€ τυγχάνει προφανώς δυσανάλογη με το ποσό της οφειλής, το οποίο ανέρχεται σε εκείνο των 16.179,67€. Στην εν λόγω περίπτωση το δικαστήριο έκρινε ως καταχρηστική την επίσπευση της συγκεκριμένης αναγκαστικής εκτέλεσης εξαιτίας της δυσαναλογίας των εν λόγω ποσών, λαμβάνοντας υπόψιν του και το γεγονός, τόσο, ότι το κατασχεθέν ακίνητο απέφερε μίσθωμα στον οφειλέτη, το οποίο και αποτελούσε το μοναδικό έσοδό του, όσο και ότι ο οφειλέτης είχε προτείνει προς την διαχειρίστρια εταιρία της απαίτησης (fund) να συνάψουν συμφωνία διακανονισμού της οφειλής ή ακόμη και να καταβληθεί εφάπαξ το ποσό των 16.000,00€ για να σταματήσει η αναγκαστική εκτέλεση, λαμβάνοντας ωστόσο αρνητική απάντηση.