Τι θα συμβεί, αν ο διαθέτης κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης δεν έχει «σώας τας φρένας»;
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1719 αριθ. 3 ΑΚ, ανίκανοι να συντάσσουν διαθήκη είναι όσοι, κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους ή βρίσκονται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής τους. Σύμφωνα συνεπώς με την παραπάνω διάταξη προβλέπονται δύο περιπτώσεις ανικανότητας προς σύνταξη διαθήκης, δηλαδή:
α) Η έλλειψη συνείδησης των πράξεων του διαθέτη, η οποία υπάρχει όταν ο διαθέτης είναι επί παραδείγματι σε κατάσταση μέθης, ύπνωσης κλπ, δεν έχει τη δύναμη να διαγνώσει την ουσία και το περιεχόμενο της διαθήκης, την οποία συντάσσει, καθώς και την ικανότητα να συλλάβει τη σημασία των επί μέρους διατάξεων της διαθήκης. Επισημαίνεται, ότι για να κριθεί ως άκυρη διαθήκη στην εν λόγω περίπτωση δεν απαιτείται η γενική και πλήρης έλλειψη συνείδησης του εξωτερικού κόσμου ή πλήρης έλλειψη της λειτουργίας του νου.
β) Η ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη. Ως ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη, νοείται ειδικότερα κάθε διαταραχή, η οποία μειώνει σημαντικά την ικανότητα για αντικειμενικό έλεγχο της πραγματικότητας, όταν, δηλαδή εξαιτίας της διαταραχής αυτής αποκλείεται κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ο ελεύθερος προσδιορισμός της βούλησης του διαθέτη με λογικούς υπολογισμούς, καθόσον ο τελευταίος κυριαρχείται από παραστάσεις, αισθήματα, ορμές ή επιρροές τρίτων. (ΑΠ 913/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Ποια είναι τα συνήθη είδη ασθενειών διαθέτη, εξαιτίας των οποίων μπορεί να ακυρωθεί μια διαθήκη;
Καθώς έχει ήδη αναφερθεί, πρόκειται για ασθένειες, οι οποίες περιορίζουν αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη. Ειδικότερα πρόκειται για τις γνωστές ψυχώσεις, όπως π.χ. η μανιοκατάθλιψη, η σχιζοφρένεια, οι παράνοιες, αλλά και για οργανικοψυχικές παθήσεις, όπως η γεροντική άνοια, όταν από αυτήν προκαλείται μόνιμη διαταραχή της λειτουργίας του νου σε βαθμό, που να αποκλείει την ύπαρξη λογικής κρίσης. Η απλή νοητική μείωση, που συχνά συνοδεύει τη γήρανση είναι φαινόμενο απολύτως φυσιολογικό και η επίκληση και απόδειξή της δεν δικαιολογεί, από μόνη της, ανικανότητα προς σύνταξη διαθήκης (ΑΠ 280/2019, ΑΠ 237/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η διακρίβωση πότε σε συγκεκριμένη περίπτωση αποκλείεται ο ελεύθερος προσδιορισμός της βούλησης του διαθέτη, με λογικούς υπολογισμούς, είναι έργο ιδιαίτερα λεπτό και δυσχερές ενόψει και του, ότι μια εξελικτική οργανική ασθένεια του εγκεφάλου καθιστά κατά την εξέλιξή της, ανίκανο τον πάσχοντα για σύνταξη διαθήκης (ΑΠ 398/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Ενδεικτικά επισημαίνεται, ότι σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 1074/2022 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) κρίθηκε, ότι ήταν ανίκανη προς σύνταξη διαθήκης διαθέτιδα πάσχουσα από γεροντική άνοια (Alzheimer) μέσου προς βαρύ βαθμού, η οποία είναι πάθηση μη ιάσιμη και μη αναστρέψιμη και αποκλείει την ύπαρξη φωτεινών διαλειμμάτων.
Σε ποιο χρονικό σημείο πρέπει να υφίσταται η ανικανότητα του διαθέτη για τη σύνταξη διαθήκης για να κριθεί η διαθήκη ως άκυρη;
Η ανικανότητα κρίνεται κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ενώ η μεταγενέστερη επέλευσή της ή η ύπαρξή της σε προγενέστερο χρόνο δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή. Στην περίπτωση ειδικά, που ο διαθέτης πάσχει από ψυχική ή διανοητική διαταραχή, αν μεν πρόκειται για πάθηση περιοδικού ή παροδικού χαρακτήρα, απαιτείται και πάλι να αποδειχθεί η ψυχική ή διανοητική διαταραχή του διαθέτη κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, αν όμως πρόκειται για πάθηση μη ιάσιμη ή βαριά ψυχική διαταραχή, τότε δεν είναι ανάγκη η απόδειξή της κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, αφού τεκμαίρεται αυτή λόγω της διάρκειάς της (ΑΠ 360/2021, ΑΠ 1198/2012, ΑΠ 1420/2010, ΑΠ 1110/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).